Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020 στις 19.30
Η Έρημος του Πραγματικού | Η πολιτική οικονομία της κρίσης της ΕΕ
Το Μαρξιστικό Εργαστήρι διοργανώνει ένα κύκλο 4 μαθημάτων/συζητήσεων, με εισηγητή τον Θάνο Λιάπα, υπ. διδ. πολιτικών επιστημών,
Ο προσδιορισμός του χαρακτήρα και της φύσης της ΕΕ αποτέλεσε και αποτελεί ένα από τα πιο κομβικά ζητήματα για την διαμόρφωση της τακτικής και στρατηγικής εκείνων των δυνάμεων που οραματίζονται μια άλλη κοινωνία στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Παράλληλα, η ΕΕ αποτελεί πεδίο σφοδρής αντιπαράθεσης με δυνάμεις που θεωρούν ότι υπάρχουν εντός της περιθώρια για την άσκηση μιας εναλλακτικής, φιλολαϊκής πολιτικής ή ότι η ίδια η ΕΕ μπορεί να στραφεί προς προοδευτική κατεύθυνση. Η Ελλάδα, το πρώτο εξάμηνο του 2015, έγινε το πεδίο εκείνο όπου οι διαφορετικές περί ΕΕ θέσεις τέθηκαν υπό το αυστηρό βλέμμα της πρακτικής εμπειρίας. Στα τρία πρώτα μαθήματα θα αναδειχθεί ο ηγεμονικός ρόλος του ευρωπαϊκού πολυεθνικού κεφαλαίου στην ΕΕ υπό την κυριαρχία του γερμανικού κεφαλαίου, η ανισόμετρη ανάπτυξη των ευρωπαϊκών καπιταλισμών καθώς και η επικράτηση της γερμανικής γραμμής εις βάρος της γαλλικής ως προς την διαχείριση της κρίσης. Το πρίσμα μελέτης της ευρωκρίσης από την σκοπιά της πολιτικής οικονομίας θα μας δώσει την δυνατότητα στο τέταρτο μάθημα να εξηγήσουμε το πραγματικό διακύβευμα της αντιπαράθεσης ΕΕ-ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπούσε μια "εναλλακτική" αστική ατζέντα για μια ΕΕ περισσότερο αναδιανεμητική και προσανατολισμένη στην ανάπτυξη, που σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν η θέση της Γαλλίας, αμφισβητώντας έτσι την κυρίαρχη γραμμή που αντανακλούσε τα συμφέροντα και τις στρατηγικές επιλογές του γερμανικού κεφαλαίου και κράτους πίσω από την οποία στοιχιζόταν και το ευρωπαϊκό πολυεθνικό κεφάλαιο. Μία ενδεχόμενη ευτυχής για τον ΣΥΡΙΖΑ κατάληξη της διαπραγμάτευσης θα είχε άμεσες αρνητικές επιπτώσεις για το κυρίαρχο νεοφιλελεύθερο μπλοκ με κέντρο την Γερμανία, πράγμα που εξηγεί την γραμμή μηδενικής ανοχής απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ που αυτό επέδειξε την περίοδο της διαπραγμάτευσης. Η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύει με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι οι κυρίαρχες δυνάμεις της ΕΕ έχουν τα μέσα και την δύναμη να εμποδίσουν την εφαρμογή όχι μόνο μιας ριζοσπαστικής, φιλολαϊκής ατζέντας αλλά και λάιτ προοδευτικές εκδοχές εντός της ίδιας της αστικής πολιτικής.