Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018 στις 19.00
Συνέλευση ενάντια στον τρομονόμο (187Α)
Την Πέμπτη 4/10 στις 7μ.μ. στο ΕΜΠ, κτίριο Γκίνη, θα πραγματοποιηθεί το επόμενο μάζεμα της "Συνέλευσης ενάντια στον τρομονόμο(187Α)"
Ακολουθεί το ιδρυτικό κείμενο της συνέλευσης:
Στον καπιταλισμό το κράτος θέλει να κατέχει το μονοπώλιο της βίας και το υπερασπίζεται για να διατηρήσει την κυριαρχία του. Ειδικά σε περίοδο κρίσης, η αντιτρομοκρατική νομοθεσία αποτελεί το κύριο όπλο της κατασταλτικής του πολιτικής, στοχεύοντας στην εξάλειψη οποιασδήποτε μορφής εκδήλωσης κοινωνικής και ταξικής αντιβίας.Αυτή τη στιγμή στις ελληνικές φυλακές βρίσκονται δεκάδες πολιτικοί κρατούμενοι που συμμετείχαν ή κατηγορήθηκαν για συμμετοχή σε ένοπλες επαναστατικές οργανώσεις καθώς και άλλες πρακτικές του αναρχικού αγώνα και, ως συνέπεια, έχουν καταδικαστεί σε εκατοντάδες χρόνια φυλάκισης βάσει της "αντιτρομοκρατικής" νομοθεσίας.Ο "αντιτρομοκρατικός" νόμος είναι αυτός που εισήγαγε αρχικά την κατηγορία της σύστασης "εγκληματικής" και μεταγενέστερα "τρομοκρατικής" οργάνωσης, θέλοντας έτσι να μεγιστοποιήσει τις ποινές που επιβάλλονται σε τέτοιες υποθέσεις.Οι "αντιτρομοκρατικοί" νόμοι και οι "έκτακτες νομοθεσίες" συνοδεύουν πάντα τις προσπάθειες ευρύτερων αλλαγών που απαιτούν "κρατική πυγμή" και προετοιμάζουν την εφαρμογή κατασταλτικών μεθόδων απέναντι στις ένοπλες οργανώσεις, αλλά και σε πρακτικές που υπερβαίνουν τα όρια της αστικής νομιμότητας και αμφισβητούν ευθέως και έμπρακτα την παντοδυναμία του κράτους. Συγχρόνως, η αντιτρομοκρατική νομοθεσία παρέχει το πλαίσιο για την αναβάθμιση της ποινικής καταστολής απέναντι σε ένα σύνολο πολιτικών επιλογών.Με αυτούς τους νόμους αυστηροποιούνται οι ποινές για μια σειρά από επιμέρους πράξεις, καταργούνται τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια, οι δίκες διεκπεραιώνονται από ειδικές συνθέσεις δικαστών σε ειδικές αίθουσες, και γενικά δημιουργείται ένα νομικό καθεστώς εξαίρεσης. Ειδικότερα στον 187α υπάρχει και η φρονηματική δίωξη, καθώς τιμωρούνται πράξεις που οι δράστες σκόπευαν να διαπράξουν, η προτροπή σε τέτοιας μορφής ενέργειες και ο εγκωμιασμός τους.Έχουμε την εν ψυχρώ αποδοχή από τις αρχές ότι υπάρχει μια κατηγορία κατηγορουμένων που αντιμετωπίζεται με ειδικό τρόπο, διότι αυτό εξυπηρετεί το «γενικό συμφέρον», δηλαδή την «πάταξη της τρομοκρατίας». Συγχρόνως, το κράτος βαφτίζει ως οργανισμούς «κοινής ωφέλειας» τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ενώ μέσω της προπαγάνδας των ΜΜΕ προσπαθεί να αποπολιτικοποιήσει και να απονοηματοδοτήσει τον αγώνα, εντάσσοντας αγωνιστές και πολιτικά υποκείμενα στη σφαίρα του κοινού ποινικού εγκλήματος.Έχει μια σημασία να αναλύσουμε λίγο πιο συνολικά την εφαρμογή και την ύπαρξη του αντιτρομοκρατικού νόμου για να καταλάβουμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες η δικαστική εξουσία έχει πρακτικά το ελεύθερο να ερμηνεύει τον νόμο κατά περίπτωση. Οι αντιτρομοκρατικές νομοθεσίες ανέκαθεν αποτελούσαν ένα εργαλείο ελέγχου, καταστολής αλλά και πολιτικής επιβολής στα χέρια των κρατών και των κυβερνήσεων. Η ανάγκη εξάλειψης του εσωτερικού εχθρού αποτέλεσε την αφορμή για την δημιουργία ενός νομικού πλαισίου εγκαθίδρυσης καθεστώτος εξαίρεσης. Πιο συγκεκριμένα, μιλώντας για την Ευρώπη, το τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου σήμανε και την σταδιακή ανάπτυξη ένοπλων κινημάτων και οργανώσεων στο εσωτερικό των κρατών, που αμφισβητούσαν έμπρακτα την καπιταλιστική πραγματικότητα. Έτσι, στα τέλη της δεκαετίας του ΄60, κεντρικές χώρες της Ευρώπης άρχισαν να οχυρώνονται απέναντι στον εσωτερικό εχθρό εφαρμόζοντας ειδικές νομοθεσίες που αφορούσαν τις πράξεις τρομοκρατίας (με την μορφή που τότε εκφράστηκε από ένοπλες επαναστατικές οργανώσεις). Αυτό το νομικό οπλοστάσιο απλώθηκε και εξελίχθηκε στο σύνολο των Ευρωπαϊκών χωρών. Πρωτοπόρος υπήρξε η Γερμανία και ακολούθησαν η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Αγγλία και σιγά σιγά αποτέλεσε αναγκαία προϋπόθεση για όλα τα κράτη της Ε.Ε. . Αρχή για την Ελλάδα ήταν ο νόμος 774/78 «περί καταστολής της τρομοκρατίας» που ψήφισε η Ν.Δ. και υποστήριζε πως «θα ανταποκρινόταν στις ανάγκες της νέας κοινωνικής πραγματικότητας». Ο νόμος αυτός τελικά καταργήθηκε το 1983 αλλά είχε βάλει ήδη τις βάσεις που θα οδηγούσαν στη δικαστική αυθαιρεσία, αφήνοντας στην κρίση των δικαστών τον ορισμό της τρομοκρατίας. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια και αρκετές αλλαγές στις αντιτρομοκρατικές νομοθεσίες για να φτάσουμε τελικά στο 2004 και την ψήφιση στην Βουλή του νόμου 3251/2004, γνωστό και ως 187α. Ενός νόμου που εναρμονίζεται πλήρως με την αντιτρομοκρατική σταυροφορία που είχαν κηρύξει οι Η.Π.Α. μετά το χτύπημα στους δίδυμους πύργους.Ο 187α ήταν η λογική συνέχεια του άρθρου 187 «περί εγκληματικών οργανώσεων» του νόμου 2928/2001 που είχε θεσπίσει το ελληνικό κράτος και φυσικά μια ευθεία εντολή από το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Ήδη από το 2004 ο τότε υπουργός δικαιοσύνης Παπαληγούρας εκθείαζε τις καινοτομίες του ν. 3251/2004 και διαβεβαίωνε πως θα πατάξει το φαινόμενο της τρομοκρατίας ορμώμενος από ένα κλίμα «νίκης» που είχαν φέρει οι συλλήψεις της 17Ν και του ΕΛΑ. Ανάμεσα σε αυτές τις καινοτομίες (ορισμός τρομοκρατίας, διεύρυνση ορίου παραγραφής των αδικημάτων, εξαίρεση ενόρκων κ.α.) ήταν και ο πρωτοφανής τότε ορισμός του ατομικού τρομοκράτη. Άφηνε δηλαδή ο καινούργιος, τότε, νόμος το περιθώριο ερμηνείας της «φύσης» των δράσεων, χωρίς να είναι προϋπόθεση η ύπαρξη τριών ατόμων και πάνω ούτως ώστε να χαρακτηριστεί η κάθε ενέργεια ως «τρομοκρατική». Μια κερκόπορτα για την δικαστική εξουσία να ερμηνεύει τον νόμο κατά το δοκούν, αναλόγως το πολιτικό διακύβευμα και τις κοινωνικοπολιτικές παραμέτρους της κάθε δράσης. Η πρώτη εφαρμογή αυτής της διάταξης έγινε ουσιαστικά στο πρωτόδικο δικαστήριο των συντρόφων Α. Ντάλιου, Ν. Ρωμανού, Δ. Πολίτη, Γ. Μιχαηλίδη και του μέλους της ΣΠΦ Γ. Τσάκαλου, με πρόεδρο τον Κ. Γκανιάτσο, όπου κατηγορήθηκαν ως ατομικοί τρομοκράτες για μια σειρά εμπρησμών και ληστειών.Είναι η ίδια η ουσία του 187α, λοιπόν, να παραμένει ασαφής ως προς την ερμηνεία, ούτως ώστε να προσαρμόζεται σύμφωνα με τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες ως μέσο καταστολής και κοινωνικής πίεσης. Σήμερα η συστημική κρίση και οι αυξανόμενες επιθέσεις σε ευρωπαϊκές χώρες που επιχειρούν πολεμικά στη μέση ανατολή δίνουν ένα νέο πάτημα για περαιτέρω αυστηροποίηση των αντιτρομοκρατικών νόμων. Ήδη η Γαλλία ψήφισε νέο νόμο που επί της ουσίας επεκτείνει σε ακραίο βαθμό τις εξουσίες της αστυνομίας. Στα ίδια βήματα, ακολουθεί και η Αγγλία με ένα «ισχυρό πακέτο» κατά τα λεγόμενα της κυβέρνησης που θα εμπλουτίσει τον αντιτρομοκρατικό τους νόμο. Πρόσφατα, ο έλληνας υπουργός εθνικής άμυνας Π. Καμμένος πρότεινε τη δημιουργία «κοινών κανόνων εμπλοκής μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Λιμενικού για την αντιμετώπιση του τρομοκρατικού κινδύνου». Βλέπουμε πως σε ένα πανευρωπαϊκό πλαίσιο αναβαθμίζονται οι τρομονόμοι με στόχο φυσικά τον μεγαλύτερο έλεγχο και την προληπτική καταστολή επικείμενων κοινωνικών εκρήξεων. Στην Ελλάδα βασικός εσωτερικός εχθρός εξακολουθεί να είναι ο αναρχικός χώρος που εδώ και δεκαετίες διαρκούς δράσης δημιουργεί εστίες αγώνα και αντίστασης ενάντια σε κράτος και εξουσία. Για αυτόν ακριβώς το λόγο προσπαθεί και η εξουσία να στείλει ένα ξεκάθαρο μήνυμα στο σύνολο των αντιστεκόμενων, ένα μήνυμα τρομοκρατίας, καταστολής και ευθείας στοχοποίησης προκειμένου να εξαλείψει τις όποιες κοινωνικές εκρήξεις και φυσικά το σύνολο του αναρχικού χώρου. Από τα 36 χρόνια φυλακής στον Μάριο Σεϊσίδη για την ληστεία στην Εθνική Τράπεζα, την ισόβια ποινή στον Νίκο Μαζιώτη για το χτύπημα στην ΤτΕ, μέχρι την καταδίκη για τους «ατομικούς τρομοκράτες» και την αίτηση αναίρεσης της απόφασης του εφετείου για τον Τάσο Θεοφίλου, η πολιτική του κράτους είναι μια: επίθεση στο σύνολο του ανατρεπτικού/ριζοσπαστικού χώρου. Αυτή η επίθεση στοχεύει αφενός στην εδραιοποίηση του 187α ως εργαλείο καταστολής που ξεφεύγει από το πλαίσιο του νόμου και ορίζεται ως πολιτικό μέσο επιβολής και αφετέρου στην ισχυροποίηση των επιμέρους εργαλείων που στοιχειοθετούν κατηγορίες (DNA, αποτυπώματα, μαρτυρίες κτλ).Η αντιτρομοκρατική νομοθεσία όμως σε καμία περίπτωση δεν στοχεύει μόνο στους αναρχικούς και επομένως δεν γίνεται να νοείται ως υπόθεση που αφορά αποκλειστικά μια ομάδα "πεφωτισμένων φανατικών". Πρόκειται για μια καλά σχεδιασμένη στρατηγική καταστολής, για ένα ειδικού τύπου νομικό πλαίσιο με σκοπό τον έλεγχο και την εξουδετέρωση όλων των πολιτικών υποκειμένων που αγωνίζονται και εναντιώνονται στην υπάρχουσα κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο αγώνας των κατοίκων στις Σκουριές, οι οποίοι αντιστάθηκαν στη λειτουργία των μεταλλείων χρυσού, απειλήθηκαν ότι θα κατηγορηθούν με τον 187α και τελικά διώχθηκαν με τον 187 μετά από κάποιες σχετικές κοινωνικές αντιδράσεις. Όπως επίσης και η ποινικοποίηση φιλικών και συγγενικών σχέσεων (υπόθεση Ηριάννας Β.Λ. - Περικλή Μ. , συγγενείς μελών ΣΠΦ, κ.α.), που όχημά της έχει υπάρξει ο 187α, η οποία συμβάλλει στη δημιουργία ενός κλίματος φόβου και καχυποψίας. Ένα κλίμα ουσιαστικής απομόνωσης στο εσωτερικό του ριζοσπαστικού χώρου που δημιουργείται ακριβώς λόγω αυτών των διώξεων που βασίζονται μόνο στις κοινωνικές σχέσεις και εν τέλει στοχεύει στην καταστολή της αλληλεγγύης. Ο νόμος αυτός, λοιπόν, αποτελεί στην ουσία του το πιο αιχμηρό εργαλείο στο νομικό οπλοστάσιο του κράτους, που χρησιμοποιείται στο διαρκές διακύβευμα να σκιαγραφηθούν τα αποδεκτά όρια διαμαρτυρίας. Τα όρια δηλαδή εκείνα που αφομοιώνονται και εκλογικεύονται από τις δημοκρατικές διαδικασίες, αυτά που υπό συνθήκη φαινομενικά τις εξυγιαίνουν. Ωστόσο, εικόνες και γεγονότα από άλλες χώρες καταδεικνύουν το βαθμό μεταβλητότητας των αποδεκτών αυτών ορίων διαμαρτυρίας, τα οποία διαρκώς στενεύουν ανάλογα με τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, δημιουργώντας μια σύγχρονη πραγματικότητα που πριν λίγα χρόνια θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή μόνο ως δυστοπία. Τα κομμάτια λοιπόν του κινήματος που αποφασίζουν να αναβαθμίσουν τη δράση και τα εργαλεία του αγώνα τους, πρέπει να εξουδετερωθούν και να αποσχιστούν με κάθε μέσο από το κοινωνικό σώμα αλλά και από το ίδιο το κίνημα, με τελικό στόχο την κοινωνική τους απομόνωση. Για μας η αλληλεγγύη με τους έγκλειστους συντρόφους δεν τελειώνει με την απόφαση ενός δικαστηρίου, είναι διαρκής και επαναπροσδιορίζεται σύμφωνα με τις εκάστοτε συνθήκες, οφείλει να δημιουργεί ρήγματα στην καταστολή και να επαναφέρει διαρκώς τις υποθέσεις των συντρόφων μας στην επικαιρότητα. Αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι κάθε υπόθεση αποτελεί μια έκφανση του συνολικότερου πολέμου.Ενός πολέμου που μαίνεται εδώ και αιώνες ανάμεσα στους αγωνιζόμενους και τους εξουσιαστές, ανάμεσα σε δύο κόσμους, αυτόν της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης από τη μια, και αυτόν της αλληλεγγύης, της συντροφικότητας και του αγώνα από την άλλη.Ο αγώνας για την κατάργηση της «αντιτρομοκρατικής» νομοθεσίας επιβάλλεται να αποκτήσει, αν θέλουμε να είναι αποτελεσματικός, όσο γίνεται μαζικότερα χαρακτηριστικά και να απευθύνεται στο σύνολο των αγωνιζόμενων κομματιών της κοινωνίας. Σε μια τέτοια προοπτική, συγκροτήθηκε η συνέλευση ενάντια στον τρομονόμο (187Α), με στόχο να σταθεί απέναντι στο ζήτημα με επιμονή, συνέπεια και συνέχεια.
Συνέλευση ενάντια στον τρομονόμο (187Α)